Ενδιαφέρουν

UMBERTO ECO: IΣΤΟΡΙΑ ΤΗΣ ΟΜΟΡΦΙΑΣ

Ένα βιβλίο που αξίζει να διαβαστεί!

Φυσικά και τα πρότυπα ομορφιάς είναι διαφορετικά σε άλλα μέρη ή στα ίδια σε άλλες εποχές. Συμβαίνει όμως συχνά στον ίδιο λαό την ίδια περίοδο να συνυπάρχουν αντιφατικές προτιμήσεις.

Ο Ουμπέρτο Έκο συγκεντρώνει έργα τέχνης (ζωγραφική, γλυπτική, αρχιτεκτονική, φωτογραφία, φιλμ και πολλή  λογοτεχνία) από διάφορες εποχές για να δει την εξέλιξη της αισθητικής, στο βιβλίο Ιστορία της Ομορφιάς (Καστανιώτης, Αθήνα 2004) του οποίου είχε την επιμέλεια:

Οι αρχαίοι Έλληνες ταύτιζαν την ομορφιά με την καλοσύνη. Επίσης έβλεπαν το Κάλλος ως αναλογία και αρμονία (τίτλος κεφαλαίου του βιβλίου). Μεγάλη η επιρροή και των Πυθαγόρειων εδώ που προσέγγιζαν τα μαθηματικά με ένα μυστικιστικό, θρησκευτικό τρόπο. Ο Ηράκλειτος όμως απέναντι στη μαθηματική τελειότητα ήρθε να προτείνει ότι η αρμονία δεν βασίζεται στην εξάλειψη των αντιθέσεων (π.χ. μονάδα-πολλαπλότητα, έρωτας-μίσος, ηρεμία-κίνηση κλπ), αλλά στην ισορροπία τους. Η συμμετρία πάντως των Πυθαγόρειων επικράτησε σε όλη την αρχαιοελληνική τέχνη.

Πολύ αργότερα, στο Μεσαίωνα, ο Θωμάς Ακινάτης θα πει ότι η ομορφιά χρειάζεται όχι μονάχα την κατάλληλη αναλογία, αλλά και την ακεραιότητα και τη λαμπρότητα. Κι εδώ έχουμε την ταύτιση Κάλλους και ηθικής, αλλά και μια σύνδεσή του με τον σκοπό: κάτι είναι ωραίο σε σχέση και με  το ποιος είναι ο σκοπός του, ο τρόπος χρήσης του (δεν μπορεί να είναι άρα ωραίο ένα γυάλινο σφυρί).  Για αιώνες λοιπόν αναφερόντουσαν στο θέμα της αναλογίας, αν και τα παραδείγματα που μας δίνει η τέχνη δείχνουν ότι κάθε φορά όριζαν με διαφορετικό τρόπο αυτή την αναλογία.

Όσο αφορά όμως την αναλογία και το πώς την αντιμετωπίζουμε πια εμείς στην εποχή μας ο Έκο γράφει: “Ωστόσο πολλοί σύγχρονοι μελετητές προσπάθησαν να αποδείξουν πώς οι αρχές μιας ιδεώδους αναλογίας, συμπεριλαμβανόμενης και της χρυσής τομής, μπορούν να συναντηθούν στα έργα όλων των αιώνων, ακόμα κι όταν οι καλλιτέχνες δεν γνώριζαν τους αντίστοιχους μαθηματικούς κανόνες. Όταν η αναλογία θεωρείται αυστηρός κανόνας, τότε αντιλαμβάνεται κανείς ότι δεν υπάρχει στη φύση, και θα μπορούσε να υιοθετήσει την επιχειρηματολογία του Μπερκ στον 18ο αι., που παίρνει θέση εναντίον της αναλογίας, αρνούμενος ότι αυτή μπορεί να αποτελεί κριτήριο ομορφιάς.”

Έτσι, στα τέλη της Αναγέννησης, βλέπουμε το Μανιερισμό που συνειδητά καταστρατηγεί την αναλογία, ακόμη και παραμορφώνοντας το ανθρώπινο σώμα, για να βρει μια άλλου είδους ομορφιά μέσα από την ένταση – η τακτοποίηση και η ομοιομορφία είναι πια βαρετές! Οι μανιεριστές δεν αντέχουν τη συμμετρία και τους κανόνες, παράγουν εικόνες ονειρικές, σχεδόν σουρεαλιστικές κι ανοίγουν το δρόμο στην υποκειμενική έκφραση του καλλιτέχνη, που με τον ρομαντισμό θα φτάσει στο απόγειό της.  Συγχρόνως όμως έτσι ανοίγεται και ο δρόμος  στο άσχημο να γίνει έργο τέχνης που θα θεωρείται όμορφο.

Θα χρειαστεί να φτάσουμε στα χρόνια του νεοκλασικισμού (18ος αι.) για να γίνουν κατανοητά αυτά τα συμπεράσματα: δεν υπάρχει κάποια αντικειμενική ομορφιά εκεί έξω που πρέπει να αναπαράγει ο καλλιτέχνης ακολουθώντας κάποιους κανόνες. Η ομορφιά φτιάχνεται στο μυαλό μας, είναι ερμηνεία μας κι όχι αντικειμενική πραγματικότητα. Υποκειμενισμός! Και ομορφιά στις ατέλειες. Ο Καντ έρχεται τότε να προσθέσει ότι ωραίο είναι αυτό που απολαμβάνουμε χωρίς ιδιοτέλεια, χωρίς κάποιο σκοπό ή λογική.

Ύστερα θα έρθει το Μπαρόκ που δημιουργεί μια ομορφιά που ξεπερνάει την αντίθεση “καλού” – “κακού” και στοχεύει με την υπερβολή του στο απόλυτο. Εξάλλου η ασχήμια μπορεί να κρύβεται πίσω από το προσωπείο του όμορφου, όπως και το αντίθετο. Σέξπιρ, Ρωμαίος και Ιουλιέτα, 16ος αι.: Καρδιά φιδιού και όψη λουλουδιού! Κατοίκησε δράκος ποτέ σε ωραιότερη σπηλιά; Όμορφε τύραννε, αγγελικέ σατανά, κοράκι με φτερά περιστεριού, αρνί με απληστία λύκου! Ουσία σιχαμερή με θεϊκή μορφή! (σελ. 233).

Μέσα σε αυτή την αλλαγή έρχεται να προστεθεί σιγά σιγά και η λατρεία για τα ερείπια. Ο νεοκλασικισμός ξεκίνησε τη μελέτη τους για να βρει πρότυπα ομορφιάς από την αρχαιότητα να αντιγράψει, αλλά από ένα σημείο και μετά έχουμε το θαυμασμό των ερειπίων ως ερείπια. Ο ρομαντισμός και το γοτθικό στοιχείο του, όπως και το κίνημα των παρακμιακών καλλιτεχνών (που θέμα τους ήταν η φθορά και η παρακμή) συντέλεσαν σε αυτό. Μια αισθητική που φτάνει μέχρι τις μέρες μας (ειδικά με τη ζωγραφική και τη φωτογραφία).

Πολύ ενδιαφέρον είναι το κεφάλαιο “Μια ωραία απεικόνιση του άσχημου” που δείχνει ότι παρόλο που από τα αρχαία χρόνια οι διάφορες αισθητικές θεωρίες θεωρούσαν το άσχημο ως ακριβώς το αντίθετο του ωραίου, τελικά ασκούσε μια γοητεία και ειδικά στο Μεσαίωνα τροφοδότησε πολλά έργα τέχνης (είχε μάλιστα τεθεί το θέμα της όμορφης απεικόνισης του διαβόλου!). Αυτό συνεχίστηκε με  τη λατρεία για τα ερείπια, τα κοιμητήρια, τη φθορά, το θάνατο (ιδιαίτερα τότε σε λογοτεχνία και ζωγραφική).

Πέρσι Μπις Σέλεϊ: Μεταθανάτια ποιήματα, 1820

Και καθώς μια ετοιμοθάνατη γυναίκα που χλωμή κι αδύνατη τυλιγμένη σε βέλο διάφανο βγαίνει τρικλίζοντας απ’ την κάμαρά της, και το παράλογο κι αβέβαιο παραλήρημα του νου χαμένου που την οδηγεί, η σελήνη διέκρινε στην ερεβώδη ανατολή, μια μάζα παραμορφωμένη να ασπροβολεί.

Φρίντριχ Σίλερ: Περί της τραγικής τέχνης, 1792

Είναι  ένα γενικό φαινόμενο της φύσης μας, πως ό,τι  είναι θλιβερό, τρομερό, ή και φρικτό να μας ελκύει με μία ακαταμάχητη γοητεία, ότι οι σκηνές πόνου και τρόμου μας απωθούν και με την ίδια δύναμη μας έλκουν. Όλοι συγκεντρώνονται, γεμάτοι προσδοκίες, γύρω από εκείνον που διηγείται την ιστορία μιας δολοφονίας, καταβροχθίζουμε άπληστα το πλέον περιπετειώδες παραμύθι με φαντάσματα και η απληστία μας είναι τόσο μεγαλύτερη όσο περισσότερο μας κάνει να σηκώνονται όρθιες οι τρίχες των μαλλιών μας.

Κι αν νομίζετε ότι η επεξεργασία (τύπου photoshop) για να έχουμε ένα πιο όμορφο αποτέλεσμα από την πραγματικότητα μπροστά μας είναι μόνο αποτέλεσμα της εποχής μας, διαβάστε τι συμβουλεύει  τους ζωγράφους ο Λεόν Μπατίστα Αλμπέρτι (15ος αι., σελ. 180): Ο αρχαίος ζωγράφος Δημήτριος δεν κατάφερε να εξασφαλίσει την ύψιστη δόξα, γιατί έδειξε πολύ μεγάλη περιέργεια για τη ρεαλιστική ομοιότητα παρά για την ομορφιά. Γι’ αυτό θα πρέπει να ανθολογούμε τα ωραιότερα μέλη από τα πιο τέλεια σώματα και να προσπαθούμε να δούμε, να συλλάβουμε και να εκφράσουμε την ομορφιά.

Να τελειώσουμε την παρουσίαση με μια οδηγία ομορφιάς: Η κοπριά του κροκόδειλου χρησιμοποιείται σαν αλοιφή από τις γριές και ρυτιδωμένες πόρνες που καλύπτουν το πρόσωπό τους, πετυχαίνοντας έτσι μια πρόσκαιρη βελτίωση, που διαρκεί όσο ο ιδρώτας δεν αφαιρεί τη μάσκα. (σελ. 145, Ζωολόγιον του Κέιμπριτζ, αγνώστου συγγραφέα, 12ος αι.)

Κεφάλαιο “από τους Έλληνες στον Νίτσε”

Εκεί αναφέρεται μεταξύ άλλων: Ένα περαιτέρω πεδίο αντίθεσης μεταξύ Απόλλωνα και Διονύσου αφορά τη δυάδα απόσταση/εγγύτητα. Η ελληνική και γενικώς η δυτική τέχνη, αντίθετα από ορισμένες ανατολικές μορφές τέχνης, ευνοούν πράγματι τη σωστή απόσταση από το έργο ώστε να μην έρχεται κανείς σε άμεση επαφή με αυτό: αντίθετα ένα ιαπωνικό γλυπτό πρέπει να αγγίζεται, ενώ με ένα θιβετιανό μάνταλα από άμμο σημειώνεται αμοιβαία επίδραση. Το ελληνικό Κάλλος εκφράζεται επομένως από τις αισθήσεις που επιτρέπουν να διατηρηθεί η απόσταση μεταξύ αντικειμένου και παρατηρητή: όραση και ακοή παρά αφή, γεύση ή όσφρηση. Οι μορφές όμως που είναι αισθητές με την ακοή, όπως η μουσική, προκαλούν υποψίες, γιατί συνεπάγονται την πνευματική συμμετοχή του ακροατή. Ο ρυθμός της μουσικής παραπέμπει στην αδιάκοπη (και δυσαρμονική, αφού δεν έχει όρια) ροή των πραγμάτων (σελ. 57).

Συμπερασματικά

Ένα βιβλίο που αξίζει να διαβαστεί όχι μόνο από καλλιτέχνες, αλλά κι από όποιον αγαπάει την ομορφιά και την αναζητά.


 






Aρθρογράφος

Aνδρέας Κατσικούδης

Έχει σπουδάσει στο Παιδαγωγικό Τμήμα Δημοτικής Εκπαίδευσης. Σπούδασε επίσης φωτογραφία και παρακολούθησε μαθήματα κινηματογράφου και σεμινάρια πάνω στην ιστορία της τέχνης και τη δημιουργικότητα. Διδάσκει φωτογραφία από το 2005 και κινηματογράφο από το 2011. Αυτή την περίοδο είναι στην επεξεργασία της πρώτης του ταινίας μεγάλου μήκους - ένα ντοκιμαντέρ για τη φωτογραφία και τους φωτογράφους. Στον ελεύθερό του χρόνο παίζει ηλεκτρικό μπάσο και τρέχει μαραθώνιους.