Η Φένια Λαμπροπούλου, ξεκινώντας από το ρούχο που πρέπει να αναδειχθεί, καταφέρνει να ενορχηστρώσει ένα σύνολο αξεσουάρ, ιδεών μακιγιάζ και hair styling που ενώ όλα από μόνα τους και ξεχωριστά μάλλον θα φάνταζαν “too much” επιτυγχάνει να τα συνδυάσει σε ένα «αρμονικό σύνολο υπερβολής» που στο τέλος φαντάζει όχι απλώς ταιριάστο αλλά και απόλυτα φυσικό!
Ακόμη και οι πιο «απλές» προτάσεις στις φωτογραφίες της είναι τόσο προσεγμένες στη λεπτομέρειά τους και με τόση πολλή «δουλειά» από πίσω, που ένας γνώστης της φωτογραφίας ή και της μόδας μπορεί να καταλάβει ότι τα κορίτσια στην εικόνα δεν «έβαλαν κάτι απλό» για να βγουν βόλτα.
Η δουλειά της Φένιας Λαμπροπούλου είναι φωτεινός φάρος στην ελληνική φωτογραφία μόδας, καθώς τολμάει -με επιτυχία- τον πειραματισμό, την πραγμάτωση των φαντασιώσεων και την υπερβολή που χρειάζεται ώστε αναδεικνύοντας κάθε φορά το μοντέλο, το ρούχο, αυτό που τελικά θριαμβεύει είναι η πραγματική αξία και δύναμη ενός γνήσιου φωτογράφου μόδας.
Η συνέντευξη που ακολουθεί, έγινε την Άνοιξη του 2015.
Η δουλειά σας προκύπτει από τις ιδέες και τη φαντασία σας ή έχετε συγκεκριμένες αναφορές απ’ όπου αντλείτε έμπνευση;
Αρχικά θα έλεγα ότι εμπνέομαι από τα πάντα και κυρίως από τα όνειρά μου, από το τι βλέπω στον ύπνο μου. Υπάρχουν πολλές φορές που έχω ξυπνήσει με ένα όνειρο πολύ έντονο και έχω ξεκινήσει τα τηλέφωνα ώστε να στηθεί μια φωτογράφιση, για εμάς, την ομάδα, όχι κάποιον πελάτη. Αυτό άλλωστε μου αρέσει και με τράβηξε στη φωτογραφία μόδας: ότι μπορείς να κάνεις κάτι που είναι στα όρια του φανταστικού. Βαριέμαι εύκολα ως άνθρωπος, και ίσως θα είχα βαρεθεί οποιοδήποτε άλλο είδος φωτογραφίας που θα έπρεπε να με κρατάει κατά κάποιο τρόπο στην πραγματικότητα. Από την άλλη πλευρά, επειδή υπάρχει και μια «down to earth» πτυχή μου, ενδέχεται να είναι ακριβώς αυτό που με βοηθάει να κρατιέμαι και να σταματάω πριν περάσω στην μη αποδεκτή πια υπερβολή.
Το ενδιαφέρον στη δουλειά σας είναι ότι αποφεύγετε την «υπερβολή» ως αυτοσκοπό. Το extreme για το extreme. Πώς το επιτυγχάνετε αυτό;
Υπάρχει πράγματι μια πολύ λεπτή γραμμή μεταξύ classy [κομψού] και tacky [«δεύτερου»]. Προσπαθώ να κρατάω το όριο. Δεν ξέρω αν πάντα τα καταφέρνω, γιατί σαν κριτές του εαυτού μας δεν ξέρω αν είμαστε πάντα αντικειμενικοί.
Στις αναθέσεις, η απόφαση του πώς θα εκτελεστεί η ιδέα είναι δική σας ή υπάρχει μια αρχική ιδέα από τον πελάτη;
Όταν μιλάμε για δουλειά, μου λέει πρώτα ο πελάτης την ιδέα του. Το τι έχει στο μυαλό του και τι θέλει να κάνει, γιατί και τα ρούχα και η σύλληψη είναι δικά του και θέλω να προχωρήσει με τη δική του ιδέα. Από εκεί και πέρα, θα βάλω και από τον εαυτό μου μέσα. Εάν δεν μου αρέσει αυτό που έχει στο μυαλό του, ίσως τελικά και να μην το κάνω καθόλου, αν δηλαδή δεν δεχθεί και τη δική μου συμβουλή. Γιατί τελικά δεν θα είμαι «εγώ» και κακώς επέλεξε εμένα. Υποτίθεται ότι με επιλέγει κάποιος για κάτι που έχει δει και του αρέσει. Αν δεν ακούσει και τη γνώμη μου, δεν θα το κάνω. Δεν κάνω δουλειές απλά για να τις κάνω. Κάνω δουλειές πολλές φορές και επιλεκτικά.
Υπάρχουν και άλλοι τομείς τέχνης από τους οποίους εμπνέεστε; Σε μια συγκεκριμένη φωτογράφιση, για τα ρούχα Madame ShouShou, οι φωτογραφίες έχουν πολύ «ζωγραφική» αισθητική.
Μου αρέσει πολύ ο κινηματογράφος. Ωστόσο η συγκεκριμένη φωτογράφιση ήταν μια πολύ ευχάριστη διαδικασία για εμένα, γιατί τα κορίτσια αυτά το είχαν ήδη φανταστεί και «στήσει» στο μυαλό τους. Πολλές φορές με πελάτες δεν κάνουμε ακριβώς αυτό που θέλουμε. Σε αυτή τη φωτογράφιση ήταν σαν να την είχα εμπνευστεί μόνη μου. Μου άρεσε πάρα πολύ, σαν να ήταν κάτι δικό μου. Είχε στηθεί πολύ καλά, στο Μέγαρο Υπατία, όπου με το που τελείωνα από το ένα δωμάτιο μου είχαν ήδη «ετοιμάσει» το επόμενο. Εγώ έβρισκα τη γωνία και το φως. Όμως πράγματι μου ταίριαξε απόλυτα. Και επειδή μέσα μου, βαθιά, είμαι ρομαντική, μου άρεσε το «ρομαντικό» του πράγματος γιατί ο χώρος δεν σου δίνει την ευκαιρία να κάνεις πολλά πράγματα με ρομαντικό στυλ. Δεν είναι πάντα «της μόδας» το ρομαντικό. Προσπαθώ να βάζω και μια δόση ρομαντισμού, αλλά αυτό μου άρεσε γιατί ήταν εξ’ ολοκλήρου ρομαντικό και κοριτσίστικο.
Υπάρχει μια αίσθηση aggressive [επιθετικού στυλ] στις εικόνες σας που όμως είναι ταιριαστή με την εποχή και το αποτέλεσμα. Το hair styling και το μακιγιάζ είναι δικής σας έμπνευσης –ανάλογα με τα ρούχα– ή είναι αποτέλεσμα συνεργασίας;
Όταν είναι ανάθεση για δουλειά, το συζητάμε πάντα με τον πελάτη, αφού δω τα ρούχα, αφού συζητήσουμε την ιδέα του αφού προσπαθήσω να του βάλω κι εγώ κάποιες ιδέες ή να τις περάσω κατά τη διάρκεια της δουλειάς. Ειδικά στο μακιγιάζ, αφού θα ανταλλάξουμε απόψεις και θα αλλάξουμε πολλές φορές αυτά που θα προτείνουμε και από τις δύο μεριές, θα γίνει τελικά πάντα ελαφρά πιο έντονο από την αρχική ιδέα. Υπάρχει διαφορά μεταξύ πραγματικής ζωής και φωτογραφίας. Αυτό που στην πραγματική ζωή θα ξενίσει (λόγου χάρη να βγεις έξω με ένα κατάμαυρο μάτι) στη φωτογραφία σχεδόν δεν φαίνεται. Πρέπει να είναι τα πάντα πολύ πιο έντονα απ’ ότι στην πραγματικότητα. Αυτό, ένας άνθρωπος που δεν έχει σχέση με τη φωτογραφία (και οι περισσότεροι designers δεν είναι και φωτογράφοι) το φοβούνται. Φοβούνται το «too much» στο μακιγιάζ και στα μαλλιά. Το ίδιο γίνεται και με το styling. Φοβούνται πάρα πολύ ότι μπορεί κάποια αξεσουάρ να «κλέψουν» από τα ρούχα. Αλλά δεν φαίνεται. Αν το ρούχο είναι δυνατό και φωτογραφηθεί έτσι ώστε να μην «χτυπάει» το αξεσουάρ, το τελευταίο μπορεί μόνο να «δώσει», να συμπληρώσει την εικόνα. Αν κάποιος περιμένει ότι με ένα σκέτο ρούχο θα βγει η “θεϊκή” φωτογραφία, δεν θα βγει! Μια φωτογραφία πρέπει να έχει πολλά στοιχεία.
Πόσο εύκολο είναι να πειστεί ο εκάστοτε διαφορετικός πελάτης να ακούσει και να σεβαστεί την άποψή σας;
Εξαρτάται από την περίπτωση. Με τον πελάτη γίνομαι φίλη στο τέλος. Αυτό είναι και καλό και κακό. Έτσι η συζήτηση είναι πάντα φιλική και προσπαθώ να περάσω το «ναι μεν, αλλά» – ωστόσο αν καταλάβω ότι δεν θέλει να αλλάξει την γνώμη του με τίποτε, και αυτό που θέλει να κάνει δεν με καλύπτει καλλιτεχνικά, δεν θα το προχωρήσω. Αν δω ότι καταλαβαίνει εκείνος κάποια πράγματα και εγώ καταλαβαίνω αυτό που θέλει εκείνος, θα προχωρήσω σιγά σιγά, και στο τέλος θα προσπαθήσω να προσθέσω και κάτι. Ή θα το κάνω όπως θέλει εκείνος αλλά θα τον παροτρείνω να δοκιμάσει και το κάτι παραπάνω που προτείνω εγώ, έτσι για να το δει. Και συνήθως τελικά το επιλέγει.
Σε τελείως προσωπικό επίπεδο, σας αρέσει κι άλλο είδος φωτογραφίας ή αυτό που κάνετε στη μόδα σας εκφράζει απόλυτα και προσωπικά;
Μου αρέσει πολλές φορές να παίρνω τη μηχανή μου και να εξαφανίζομαι σε road trips και να τραβάω τοπία – και μάλιστα σε παράξενες ώρες. Κάποτε έπαθα και πνευμονία από αυτό, γιατί την έστησα 4:30 το πρωί περιμένοντας το σωστό φως, ξαπλωμένη μπρούμυτα σε μια παραλία. Μου αρέσει να εξαφανίζομαι και να ψάχνω περίεργα μέρη να φωτογραφίσω. Αυτό είναι κάτι που κάνω για μένα, δεν το ξέρει πολύς κόσμος και τις φωτογραφίες δεν τις έχω εμφανίσει και πουθενά.
Κάνετε και άλλα πράγματα φωτογραφικά εκτός από μόδα;
Έχω κάνει κάποια πορτρέτα celebrities αλλά όχι πάντα επαγγελματικά. Κάνω και φωτογραφία θεάτρου, επειδή μου αρέσει και το αγαπάω πολύ. Μάλιστα τώρα πρόσφατα έκανα μια παράσταση με τη Μίρκα Παπακωνσταντίνου, την «Επίσκεψη της Γηραιάς Κυρίας» σε σκηνοθεσία Αλέξανδρου Κοέν, στην οποία λάτρεψα και τη Μίρκα Παπακωνσταντίνου και τον Δημήτρη Πιατά. Έχω κάνει και λίγο διαφήμιση πριν δυο – τρία χρόνια.
Είστε τύπος της πόλης γενικά;
Όχι ιδιαίτερα. Είμαι μάλλον με το ζόρι της πόλης. Ζούσα στη Νέα Μάκρη πολλά χρόνια και στο κέντρο έχω έρθει εδώ και δύο χρόνια γιατί ήταν πιο εύκολο και για τους συνεργάτες και κυρίως τα μοντέλα. Γεννήθηκα στο κέντρο, έχω μείνει σε διάφορα μέρη της Αθήνας και μόνη μου άρχισα να μένω όπου υπήρχε θάλασσα. Τα τελευταία δύο χρόνια έχω έρθει στο «κέντρο κέντρο», αλλά μου λείπει πολύ η θάλασσα.
Με το post production ασχολείστε εσείς; Και σε τι βαθμό πιστεύετε ότι πρέπει να φτάνει;
Ναι, θεωρώ ότι έχω κάνει μισή δουλειά αν δεν το κάνω εγώ. Για να γίνει σωστά και στο βαθμό που πρέπει, είναι καλό να πάρω μια απόσταση χρονική. Αφήνω δηλαδή τις φωτογραφίες στον υπολογιστή κάποια ώρα, κάνω κάτι άλλο και μετά τις ξανακοιτάω. Σιχαίνομαι το πλαστικό. Μου αρέσει πολύ να παίζω με χρώματα, γι’ αυτό και χρωματικά μπορεί να πάω λίγο περισσότερα προς τα άκρα. Θέλω όμως να φαίνεται το δέρμα. Δεν κάνω blur με τίποτε, θα σβήσω σπυράκια και τέτοιες ατέλειες, αλλά δεν θα παίξω καθόλου με την υφή του δέρματος. Περνάω πολλή ώρα μπροστά σε μια φωτογραφία για να την ελέγξω, να την ξαναδώ πολλές φορές για να καταλήξω ότι μου αρέσει. Δεν είναι δύσκολο αλλά είναι αρκετά χρονοβόρο. Μου αρέσει πολύ να παίζω με το φως και τη σκιά.
Υπάρχουν φωτογραφικά concepts που θέλετε να πραγματοποιήσετε και δεν έχουν γίνει ακόμη;
Ναι υπάρχουν περί τις 15 συγκεκριμένες ιδέες που υπάρχουν στο μυαλό μου για να γίνουν. Είναι δύσκολες, και απαιτούν budget που είναι πολύ δύσκολο να βρεθεί.
Ο κύριος όγκος δουλειάς σας είναι στο studio. Είναι εύκολο ή δύσκολο να γίνουν δουλειές και on location;
Μου αρέσει πάρα πολύ το location. Το studio χρησιμοποιείται συχνά γιατί είναι πιο εύκολο: είμαστε πιο άνετα για τα μαλλιά και το μακιγιάζ, ο φωτισμός είναι συγκεκριμένος και τον φτιάχνουμε όπως θέλουμε. Αλλά το location είναι πολύ γοητευτικό. Οι πελάτες κάποιες φορές το φοβούνται γιατί έχουν τα ρούχα και τους φοβίζει το να τα πάρουν έξω, το πού θα γίνει το μακιγιάζ και γενικά οι συνθήκες κάτω από τις οποίες θα γίνει μια φωτογράφιση. Γι’ αυτό δεν είναι πολύ συχνό. Αλλά όποτε μπορώ το κάνω <…>.
Υπάρχουν φωτογράφοι που για εσάς ήταν έμπνευση;
Από έναν φωτογράφο ξεκίνησα να αγαπάω τη φωτογραφία μόδας. Τον Paolo Roversi. Τον λατρεύω και τον παρακολουθώ, ενώ η δουλειά μου δεν μοιάζει καθόλου με τη δική του. Ωστόσο, όταν έχω περιόδους καλλιτεχνικής αδράνειας μπαίνω και κοιτάζω τις φωτογραφίες του και αμέσως θέλω να πιάσω τη μηχανή μου και να κάνω καινούρια πράγματα. Θεωρώ τη δουλειά του παραμυθένια και είναι από τους ανθρώπους που με εμπνέουν όπως επίσης και η Camilla Akrans. Αγαπάω πολύ τον Avedon και από Έλληνες φωτογράφους μου αρέσει πολύ ο Νεκτάριος Παπαζαχαριάς και ο Ερρίκος Ανδρέου.
Λόγω της φύσης της δουλειάς σας συνεργάζεστε με νέους ανθρώπους, άντρες ή γυναίκες, οι οποίοι εμφανισιακά θα είναι σε μια καλή φάση. Αν προκύψει μια φωτογράφιση πιο μεγάλου ανθρώπου πώς θα αντιμετωπίζατε το ίδιο θέμα, της μετέπειτα επεξεργασίας;
Καταρχήν μου αρέσει η φθορά. Αν ο φωτογραφιζόμενος με αφήσει «ελεύθερη» δεν υπάρχει περίπτωση να σβήσω τις ρυτίδες του. Μπορεί να απαλύνω τις σακκούλες κάτω από τα μάτια. Αγαπώ τη φθορά στους ανθρώπους. Δείχνει εμπειρία και μου βγάζει τον χαρακτήρα τους. Οι ρυτίδες και οι μικρές ατέλειες έχουν ενδιαφέρον. Αν έρθει μια μεγαλύτερη γυναίκα και μου ζητήσει να την κάνω να φαίνεται είκοσι ετών, μάλλον θα ψιλοεκνευριστώ. Αν πρέπει για κάποιο λόγο να το κάνω, θα το κάνω χωρίς να θεωρώ ότι είναι το καλύτερο. Ωστόσο πιστεύω ότι οι περισσότεροι φωτογράφοι αγαπούν τη φθορά στα πρόσωπα όπως κι εγώ. Πρέπει να αγαπάμε την ηλικία μας. Μου αρέσει πολύ να φωτογραφίζω τα μάτια ενός ανθρώπου. Είναι τρομερά ενδιαφέρον για εμένα. Πιο πολύ από τη μόδα. Και όταν δεν κάνω μόδα, κάνω πορτρέτα.
Υπάρχει κάποιος Έλληνας που θα θέλατε να φωτογραφίσετε;
Ναι, θα ήθελα να φωτογραφίσω τον Βαρουφάκη, άσχετα με τα πολιτικά, καθώς δεν είμαι ιδιαίτερα πολιτικοποιημένη. Μου αρέσει η φθορά που φαίνεται στο πρόσωπό του και τον θεωρώ πολύ ενδιαφέρουσα φυσιογνωμία και πολύ ωραίο άντρα.
Έχετε δουλέψει και στο εξωτερικό;
Όταν ξεκίνησα να φωτογραφίζω, ήμουν αεροσυνοδός στην Ολυμπιακή Αεροπορία. Μέχρι τότε τη φωτογραφία την είχα σαν χόμπο, αλλά βλέποντας προς τα που όδευαν τα «πράγματα», άρχισα να προσπαθώ να κάνω τη μία μου δουλειά να βοηθήσει την άλλη. Άρχισα να δικτυώνομαι με πρακτορεία στο εξωτερικό και όπου πετούσα έκανα και μια δουλειά. Νέα Υόρκη, Γιοχάνεσμπουργκ, Καναδά κ.λπ. Είχα αρχίσει και δικυωνόμουν. Εκεί που είχα δικτυωθεί πάρα πολύ καλά «μας τελείωσε» πια η Ολυμπιακή και έμεινα στην Ελλάδα. Έκτοτε δεν έχω δουλέψει στο εξωτερικό, αλλά στέλνω δουλειές μου σε περιοδικά στο εξωτερικό και δουλεύω από εδώ για έξω. Ίσως λόγω της φάσης της ζωής μου και του λόγω και του ότι έχω και μια κόρη, δεν έχω το θάρρος να σηκωθώ να φύγω τελείως. Αν ήμουν μικρότερη, θα είχα φύγει και θα είχα ψαχτεί πάρα πολύ.
Με τα social media έχετε μια αρκετά καλή σχέση. Σας αρέσει η ενασχόληση με αυτά και αυτού του είδους η «επικοινωνία» ή τα χρησιμοποιείτε κυρίως σαν μέσο χρήσιμο για τη δουλειά σας;
Κυρίως με το Facebook ασχολούμαι. Η αλήθεια είναι ότι μου αρέσει πολύ το internet, το ψάχνω πολύ και από τα social media μου αρέσει ειδικά το Facebook. Μου άρεσε από την αρχή σαν ιδέα, μπήκα μέσα σε αυτό και το συνήθισα, θέλω να μπαίνω, ίσως και κάθε μέρα για να δω «τι γίνεται». Το ξεκίνησα με προσωπική σελίδα που έφτασε τους πέντε χιλιάδες φίλους και κάποια στιγμή έκανα και την επαγγελματική και θέλω να την ενημερώνω και να παρακολουθώ και τα «likes». Κάποιες φορές το κάνω επειδή «πρέπει» να γίνει, επειδή σε αυτό το χώρο όταν «λείπεις» πάνω από εβδομάδα είναι σαν να έχεις εξαφανιστεί. Σε γενικές γραμμές, όμως, μου αρέσει. Αυτό που δεν μου αρέσει στο Facebook είναι οι προσωπικές γνώμες. Δεν μου αρέσει να λέω τη γνώμη μου μέσω αυτού ή γενικά μέσω internet. Θα πω τη γνώμη μου σε έναν φίλο μου, στην οικογένειά μου, σε μια φίλη μου. Δεν μου αρέσει και για να είμαι ειλικρινής βαριέμαι κιόλας το φαινόμενο του να ανοίγεις και να βλέπεις τον έναν να βρίζει τον άλλον. Εκεί το κλείνω πια.
Υπάρχει μια τάση, κάποιες φορές, οι νέοι κυρίως φωτογράφοι να αναλαμβάνουν δουλειές «δωρεάν» για να προβληθεί η δουλειά τους. Πώς το βλέπετε αυτό και πώς θεωρείτε ότι ένας φωτογράφος θα δείξει και θα επικοινωνήσει τη δουλειά του;
Όταν κάνουμε κάτι για «δουλειά» δεν είναι ποτέ 100% «δικό μας», όσο και από «εμάς» κι αν βάλουμε μέσα. Έχω δει ότι όσοι με έχουν προσεγγίσει για δουλειά, δεν με προσέγγισαν ποτέ επειδή είδαν μια δουλειά μου για άλλο πελάτη. Με προσέγγισαν επειδή είδαν κάτι δικό μου. Πάντα λοιπόν, για να βγάλω εγώ αυτά που έχω σαν ιδέες και για να κάνω τη διαφήμισή μου, θα κάνω μια ή δύο φορές το μήνα κάτι δικό μου. Θα μαζευτούμε δηλαδή κάποιοι άνθρωποι, που είμαστε πιο κοντινοί, και θα κάνουμε κάτι για εμάς, με δικές μας ιδέες και δικά μας έξοδα. Αυτό είναι κάτι που πρέπει να κάνει κάθε καλλιτέχνης για να βγάλει την δική του έμπνευση και είναι και απαραίτητο για να προχωρήσει η δουλειά λίγο παρακάτω. Όμως σίγουρα δεν ισχύει το ότι επειδή είσαι καλλιτέχνης πρέπει να κάνεις κάποια «δουλειά» χωρίς να πληρωθείς. Άλλο αυτό, άλλο αυτό που κάνει κάποιος για να βγάλει την δική του έμπνευση.
Έχετε και στη ζωή σας σχέση με τη μόδα; Την παρακολουθείτε δηλαδή ή απλώς σας αρέσει σαν τρόπος καλλιτεχνικής έκφρασης και δημιουργίας;
Τώρα πια την παρακολουθώ. Ήμουν ένας άνθρωπος που δεν είχα καμία σχέση με τη μόδα – δεν έδινα ιδιαίτερη σημασία σε κομμάτια και συνδυασμούς. Όταν άρχισα να καταλαβαίνω καλύτερα τη μόδα, άρχισα και να τη βλέπω σαν ένα απίστευτο παιχνίδι. Την παρακολουθώ, χωρίς πάντα να την εφαρμόζω επάνω μου, γιατί είμαι τύπος των άνετων ρούχων. Αν κάτι που είναι στη μόδα το νοιώθω άνετα επάνω μου, θα το φορέσω όσο περισσότερο γίνεται. Αν όμως με κάνει να νοιώθω άβολα, δεν θα το βάλω δεύτερη φορά. Το καλοκαίρι την παρακολουθώ περισσότερο. Τον χειμώνα, και λόγω κρύου, με βολεύουν απλώς τα ζεστά ρούχα, πουλόβερ κ.λπ. Γενικά τη μόδα την εφαρμόζω εφόσον με εξυπηρετεί. Όταν δεν με εξυπηρετεί, μου αρέσει να τη βλέπω στους άλλους.
Πώς βλέπετε τη μόδα στην Ελλάδα;
Υπάρχουν πολλοί ταλαντούχοι άνθρωποι στη μόδα στην Ελλάδα. Δυστυχώς δεν έχουν καμία ευκαιρία. Τώρα είναι και πολύ πιο δύσκολο από παλιότερα. Βέβαια, όταν είναι πολύ δύσκολο, μπορεί και να γίνουν καινούρια πράγματα γιατί πολλές φορές αυτά είναι αντιστρόφως ανάλογα. Πιο παλιά ήταν λίγο καλύτερα τα πράγματα. Ακουγόμασταν και λίγο στο εξωτερικό, ενώ τώρα στο εξωτερικό αν μιλήσεις για «ελληνική μόδα» σχεδόν βάζουν τα γέλια. Το έχω δει και σε εκθέσεις στο εξωτερικό, όπου εκθέτουν Έλληνες σχεδιαστές: οι αγοραστές προχωράνε, χωρίς να δείξουν καθόλου ενδιαφέρον. Όπως είπα και πριν, οι Έλληνες σχεδιαστές δεν έχουν ευκαιρίες.
<…>
Ο κόσμος στην Ελλάδα πως θεωρείτε ότι αντιλαμβάνεται τη μόδα;
Νομίζω ότι ο κόσμος αυτή τη στιγμή έχει τόσα πολλά προβλήματα που δεν ασχολείται με τη μόδα στην Ελλάδα. Γενικά όμως οι παλιότερες γενιές είχαν μια ξενομανία και μια logo-μανία. Τα νέα παιδιά το έχουν ξεπεράσει αυτό και δεν είναι πια τόσο έντονο. Η νεολαία έχει αρχίσει και ασχολείται με Έλληνες σχεδιαστές, ίσως και λόγω της κρίσης, καθώς είναι πιο προσιτές οι τιμές των δημιουργιών των Ελλήνων σχεδιαστών. Από όσο μπορώ να δω γύρω μου, νομίζω ότι τα νέα παιδιά είναι πιο πολύ μέσα στη μόδα απ’ ότι παλιότερα. Υπάρχουν πάντα και τα extreme, αλλά θεωρώ ότι αποτελούν απλώς εξαιρέσεις και όχι τον κανόνα. Δεν ξέρω αν την αντιλαμβάνονται σωστά ή όχι. Σίγουρα η μόδα δεν είναι το παν, δεν είμαστε πυρηνικοί φυσικοί. Κάνουμε μόδα, ένα παιχνίδι, κάτι που μας κάνει χαρούμενους χωρίς αυτό να είναι αυτό που θα σώσει τον κόσμο. Είναι ωραίο όμως να υπάρχει στη ζωή μας.
Περισσότερα για τη φωτογράφο: https://2fenias.com/
- Φωτό στην κορυφή της σελίδας: © Φένια Λαμπροπούλου
- 1η δημοσίευση: Photonet 186 – αποκτήστε το, με ένα κλικ εδώ!