Photonet Συνεντεύξεις

ΒΑΣΙΛΗΣ ΚΟΛΤΟΥΚΗΣ

“Ταξίδια πάντα ονειρεύομαι!”

Ο Βασίλης Κολτούκης είναι παλιός κι αγαπημένος γνώριμος του περιοδικού. Ήδη από το μακρινό, πλέον, 2003 τροφοδοτούσε τις σελίδες του Photonet με αξιόλογο φωτογραφικό υλικό και εμπειρίες, σκέψεις και συναισθήματα από όλο τον κόσμο! 

Η συγκεκριμένη συνέντευξη πάρθηκε το 2013, με αφορμή τη συμμετοχή του δημιουργού στο Φεστιβάλ Αθηνών της χρονιάς εκείνης, με μία έκθεση ασπρόμαυρων εικόνων με θέμα τους «Μουσικούς του Κόσμου». Ο Βασίλης, συναισθηματικός και χειμαρρώδης, μοιράστηκε μαζί μας τις εμπειρίες και την «γνώση» που εμπλούτισαν τη φωτογραφική του ματιά μέσα από τις περιηγήσεις του ανά τον πλανήτη.


Πώς πήρες την απόφαση να δημιουργήσεις μια έκθεση με τέτοιο περιεχόμενο;

Είναι περί τα δεκαπέντε χρόνια που φωτογραφίζω το θέμα με τους μουσικούς, ωστόσο δεν επικεντρώθηκα μόνο σε αυτό, αφού παράλληλα τραβάω πολλά και διαφορετικά θέματα. Στην έκθεση φιλοξενείται μια τελική επιλογή 46 φωτογραφιών από 18 χώρες, από ένα συνολικό προεπιλεγμένο έργο 100 φωτογραφιών από 36 χώρες. Παρουσιάζονται πλανόδιοι μουσικοί αλλά και χορευτές από Αφρική, Ασία, Λατινική Αμερική, Σιβηρία. Υπάρχουν φωτογραφίες χορευτών και χορευτικών σχημάτων που συνάντησα στους δρόμους. Το θέμα αυτό προέκυψε γιατί έχω τρέλα με τη μουσική. Στο σπίτι μου συνέχεια παίζει το ραδιόφωνο και έχω και μια τεράστια δισκοθήκη. Μικρός επιχείρησα να μάθω μουσική γιατί ήθελα να παίξω φλάουτο και ακορντεόν, αλλά δεν έμαθα τελικά …γιατί δεν είχα την υπομονή να παίζω κάθε μέρα για να μάθω! Κι έτσι τελικά με τράβηξε το «κλικ», η φωτογραφία που θέλει δύναμη και ενεργητικότητα. Φωτογράφιζα, λοιπόν, τους μουσικούς γιατί, πολύ απλά, έκαναν αυτό ήταν που ήθελα να κάνω κι εγώ! Να παίζω μουσική και να ταξιδεύω, να βγάζω κάποια χρήματα και μετά να κάνω το επόμενο ταξίδι. Δεν μπόρεσα να μάθω μουσική αλλά η [φωτογραφική] μηχανή με έκανε να ταξιδεύω. Γι’ αυτό, όποτε ακούω στο δρόμο μουσική, πάω να την «ανακαλύψω». Στις φωτογραφίες μου υπάρχει υλικό και από την Ελλάδα – και όχι μόνο από το δρόμο αλλά και από πανηγύρια ή από τσιγγάνους που παίζουν. Αλλά όλο αυτό ξεκίνησε από την αγάπη που έχω για τη μουσική.

© Bασίλης Κολτούκης: Θεσσαλονίκη, 2005

Σε ποια χώρα βρήκες το πιο ενδιαφέρον υλικό, τόσο μουσικά όσο και φωτογραφικά;

Στην Κούβα. Βρέθηκα και στο καρναβάλι του Σαντιάγκο ντε Κούμπα. Βέβαια κάθε ήπειρος και κάθε χώρα διαφέρει. Εκεί όμως οι άνθρωποι και ο χορός είναι πιο εξωστρεφείς και έχουν και μια ηδονιστική προσέγγιση στη μουσική και στον τρόπο που παίζουν και παράλληλα κινούν τα σώματά τους. Αντίθετα, σε πιο βόρειες χώρες, όπως η Ουκρανία και η Ρωσία, ο χορός και η μουσική είναι πιο «εσωτερικά». Είναι και τα όργανα πιο κλασικά όπως λόγου χάρη το βιολί. Και αυτό μπορεί να το παρατηρήσει κανείς και στην έκθεση. Φωτογραφίες που έγιναν πιο παλιά και είναι από Ουκρανία ή Ρωσία είναι πιο μελαγχολικές και πιο εσωτερικές. Οι άλλες που τραβήχτηκαν σε περιοχές όπως η Αφρική και η Λατινική Αμερική είναι πιο εξωστρεφείς, πιο χαρούμενες και έχουν περισσότερη «δύναμη». Από την Αφρική έχω πολύ υλικό από την Αιθιοπία, αλλά περισσότερο από τελετές. Εκεί έχουν για παράδειγμα μια μεγάλη τελετή για τους νεκρούς όπου παίζουν μεγάλα ταμπούρλα. Τα Χριστούγεννα έχουν μια άλλη τελετή, το Τιμ Κατ στο Αξούμ. Αρκετή δουλειά έχω και από Αίγυπτο.

Όταν ταξιδεύεις ο σκοπός είναι το ταξίδι ή η φωτογραφία; Ή ένας συνδυασμός τους;

Και τα δύο. Όταν ξεκινάω, παίρνω εισιτήριο μόνο για το «πήγαινε» και ποτέ για την επιστροφή. Δεν ξέρω πότε θα επιστρέψω! Πηγαίνω για την περιπέτεια, για την επαφή με τους άλλους ανθρώπους, για τις γεύσεις και για τα αρώματα – εν γένει για ό,τι σημαίνει “καλή περιπέτεια”. Μέσα από αυτό, βγαίνουν και οι φωτογραφίες. Δεν πηγαίνω κάπου για τρεις ή τέσσερις ημέρες, να κάνω ένα θέμα και να φύγω. Το έχω κάνει και αυτό αλλά πολύ λίγο. Όταν πηγαίνω κάπου, μένω τρεις ή και τέσσερις μήνες. Όσο πάει! Δεν είμαι κλειστός και δεν θεωρώ τον εαυτό μου τόσο φωτογράφο όσο ταξιδευτή. Είμαι και επηρεασμένος από τη λογοτεχνία και την ποίηση. Μου αρέσει λ.χ. η ζωή του Καββαδία, τον οποίο λατρεύω. Όλοι αυτοί οι ταξιδιώτες όπως ο Stevenson ή ο Ρεμπώ είναι ινδάλματά μου.

© Bασίλης Κολτούκης: Παρίσι, 2007

Μέσα από τα ταξίδια τόσων χρόνων άλλαξε η φωτογραφική σου ματιά;

Ναι, στην αρχή τραβούσα πιο «ανθρωπιστικά» και πιο μελαγχολικά. Σιγά σιγά, και βλέποντας παράλληλα τη δουλειά και άλλων φωτογράφων, άρχισα να βλέπω πιο ελεύθερα από ότι παλιά. Παλιά δεν ήμουν τόσο ελεύθερος. Έβαζα λόγου χάρη το μάτι στη μηχανή και έβγαζα την κλασική ανθρωπιστική φωτογραφία, στο στυλ του Boubat και του Bresson. Τα τελευταία χρόνια είμαι πιο ελεύθερος. Παλιά έβαζα σαν θέμα μόνο τον άνθρωπο. Τώρα βάζω μέσα στο κάδρο και άλλα θέματα.

Πoιο ταξίδι σού έδωσε τη μεγαλύτερη φωτογραφική έμπνευση;

Οι πρώτες λήψεις που είχα κάνει στην Οδησσό ήταν ωραίες, πολύ καλλιτεχνικές και σχεδόν ποιητικές φωτογραφίες. Θα τις χαρακτήριζα «ποιητικό ρεαλισμό». Τώρα τελευταία μπήκε στο μυαλό μου λίγο και το ρεπορτάζ πιο δυναμικά. Όταν είσαι νέος φωτογράφος, έχεις μια ντροπή και δεν πλησιάζεις πολύ τους ανθρώπους. Σιγά σιγά, με τον καιρό, πλησιάζεις πιο κοντά και μαθαίνεις πώς να συμπεριφέρεσαι σε κάθε περίσταση – κι έτσι σιγά σιγά αλλάζει και η ίδια η φωτογραφία σου.

Υπάρχει ένας συγκεκριμένος τρόπος προσέγγισης του κόσμου ή διαφέρει ανάλογα με τη χώρα;

Διαφέρει ανάλογα με τη χώρα και με την κατάσταση, με τις διαφορετικές συχνότητες που «παίζουν» γύρω και το ένστικτο. Για παράδειγμα στην Αθήνα είναι δύσκολο. Οι άνθρωποι φοβούνται. Και στην Ευρώπη περίπου το ίδιο. Έχει γίνει πιο αυστηρό και το νομοθετικό πλαίσιο. Εμένα παλιά μου άρεσε να τραβάω φωτογραφίες και παιδάκια, γιατί είναι και ευχάριστο αλλά και εύκολο θέμα. Στη Γαλλία πλέον μια μητέρα μπορεί να σε …”πάει μέσα” επειδή φωτογράφισες το παιδί της και πρέπει να σβήσεις τις εικόνες. Πρέπει όμως παντού να είσαι χαλαρός, με χαμόγελο και τελικά τα πράγματα πάνε καλά.

© Bασίλης Κολτούκης: Ciudad Vieja, Γουατεμάλα – 2010

Πόσα χρόνια ταξιδεύεις και φωτογραφίζεις;

Περίπου δεκαεφτά χρόνια (σ.σ.: το 2003 – σήμερα πλησιάζει τα 25!). Εμένα με ενδιέφερε πάντα να εκφραστώ. Ξεκίνησα να δημιουργώ κολάζ. Έχω γύρω στα διακόσια. Ασχολήθηκα με το γράψιμο και ήμουν πάντα μέσα στα βιβλία. Τελειώνοντας τις σπουδές μου στη Γαλλική Φιλολογία και την Ιστορία της Τέχνης, γνώρισα στη Γαλλία έναν από τους μεγαλύτερους φωτογράφους, τον Edouard Boubat, ο οποίος εκείνη την εποχή ήταν ανάμεσα στους καλύτερους φωτογράφους, φίλος με τον Bresson, τον Ronis και την αφρόκρεμα της γαλλικής φωτογραφίας. Κι έτσι αντί να συνεχίσω μια καριέρα σχετική με τη φιλολογία, επηρεασμένος πολύ από τον Boubat, άρχισα να χρησιμοποιώ την ασπρόμαυρη φωτογραφία για να εκφραστώ μέσα από αυτή.

<…>

Μέσα στα χρόνια που φωτογραφίζεις η αισθητική στη φωτογραφία έχει αλλάξει. Η δική σου η ματιά άλλαξε; Είτε λόγω εμπειρίας είτε λόγω εποχής;

Εγώ όποτε φεύγω και ταξιδεύω, ψάχνω πάντα τον άνθρωπο. Αυτό είναι το στιλ μου, είμαι ανθρωποκεντρικός. Όταν τραβάω φωτογραφίες δεν σκέφτομαι «πού θα πουλήσω» ή αν κάποιος θα ενδιαφερθεί να τις αγοράσει, αν θα κάνω έκθεση ή βιβλίο. Εγώ κάνω φωτογραφία πρώτα για την ψυχή μου. Κάνω φωτογραφίες για μένα – μετά αυτές δεν ξέρω πού θα πάνε. Δεν με στέλνει κάποιος, ένα περιοδικό ή ένα ίδρυμα. Φεύγω μόνος μου, με μια μικρή τσάντα, και ταξιδεύω. Έτσι είναι η ιδιοσυγκρασία μου, ως φωτογράφος, ως καλλιτέχνης, ως δημιουργός. Επομένως κάνω αυτό που θέλω εγώ, αποτυπώνω το πώς βλέπω εγώ τον κόσμο. Όπως μου έλεγε και ο Βoubat, αν η ματιά σου είναι ζωντανή, ο κόσμος είναι ζωντανός. Αν η ματιά σου είναι σκοτεινή, ο κόσμος είναι σκοτεινός. Αυτό σημαίνει ότι μπορεί δύο φωτογράφοι να κάνουν ένα ταξίδι και να φωτογραφίσουν τον ίδιο ας πούμε φτωχό ή έναν λεπρό άνθρωπο. Αν έχεις ένα ζωντανό φως μέσα σου, που σε οδηγεί, θα βγάλεις μια φωτογραφία που είναι θετική για τον κόσμο. Αν κάποιος θέλει να δει τη σκοτεινή πλευρά θα τη βγάλει σκοτεινή. Η φωτογραφία δεν είναι εκτός τέχνης, είναι μέσα σε όλα, όπως και η μουσική που είναι επίσης μέρος της τέχνης. Άρα ότι έχουμε μέσα μας θα το δείξουμε και επάνω στο χαρτί, επάνω στη φωτογραφία. Η φωτογραφία μου, και κάπως έτσι την έχουν σχολιάσει κι άλλοι, είναι θετική. Εγώ δεν είμαι ανταποκριτής πολέμου, είμαι ανταποκριτής της ειρήνης. Αυτό ακριβώς είχε πει ο Preve στον Boubat. Κάπως έτσι σκέφτομαι και αισθάνομαι κι εγώ: θέλω να φέρνω καλά νέα και καλές ειδήσεις. Δεν μπορώ να σκεφτώ ότι θα πάω σε έναν πόλεμο και θα κάνω τέχνη μέσα από τον πόλεμο. Έχει τύχει στα μέρη που έχω επισκεφθεί να δω μεγάλη δυστυχία, αλλά μέσα σε όλο αυτό μπορεί να βγει κι ένα λουλούδι. Όταν πηγαίνω σε μέρη όπου οι συνθήκες είναι δύσκολες, συνήθως ή μένω σε φθηνά καταλύματα ή μπορεί και να φιλοξενηθώ. Μόνο έτσι μπορείς να έρθεις σε επαφή με τον κόσμο, να σου πουν ιστορίες και καμιά φορά και μυστικά, που να πας και τι να κάνεις – παράλληλα σε αποδέχονται και καλύτερα έτσι.

© Bασίλης Κολτούκης: Δαμασκός, Συρία – 2006

Με τον χρόνο όλη αυτή η δουλειά που αποτέλεσε εσωτερική έκφραση, βρήκε και εμπορική ανταπόκριση;

Έχω συνεργαστεί κατά καιρούς με κάποια περιοδικά όπως παλιότερα το Γεωτρόπιο. Ωστόσο αυτού του είδους η φωτογραφία χρειάζεται χρόνο και συλλογή υλικού ώστε να βγει τελικά προς τα έξω. Γενικά στην Ελλάδα είναι δύσκολα τα πράγματα. Το πιο ενδιαφέρον παράδειγμα, και δεν έχουν σημασία τα ονόματα, μου έτυχε πριν από μερικά χρόνια, όταν είχα ένα ραντεβού με εκπρόσωπο ενός από τα Ιδρύματα που ασχολείται κατ’ εξοχήν με τη Φωτογραφία και επιδοτείται από το Ελληνικό Κράτος. Το ραντεβού ήταν με έναν επιμελητή, αμειβόμενο με το μήνα από το Κράτος. Του είχα πάει πολλά ντοσιέ με άφθονη δουλειά. Τα είδε όλα και στο τέλος μου είπε «Και τώρα τι θα θέλατε; Γιατί ήρθατε εδώ σε εμάς;» Ειλικρινά με αποστόμωσε!

<…>

Τώρα πια φωτογραφίζει πολύ περισσότερος κόσμος από ότι παλιότερα που υπήρχε μόνο το φιλμ. Θεωρείς ότι αυτή η τάση είναι θετική ή αρνητική για τη φωτογραφία εν γένει;

Δεν θα το έβαζα στο επίπεδο του «καλό ή κακό». Το θέμα είναι το αποτέλεσμα. Όταν κοιτάζω ένα (σ.σ.: φωτογραφικό) βιβλίο, δεν βλέπω το όνομα. Και δεν κοιτάω και με τι είδους μηχανή έχει γίνει. Μπορεί να έχει γίνει και με smartphone. Εμένα με ενδιαφέρει το αποτέλεσμα. Τι με συγκινεί σε αυτό που βλέπω. Αν με συγκινεί, τότε πάω πρώτα στο όνομα και μετά θα δω και με τι τράβηξε. Οπότε δεν με επηρεάζει το ψηφιακό ή όχι. Με ενδιαφέρει το καλό αποτέλεσμα. Άλλωστε η τεχνολογία προχωράει σε όλα και δεν μπορεί να σταματήσει. Σε κάποια πράγματα είναι καλό και σε κάποια λιγότερο καλό. Παλιότερα οι φωτογράφοι ήταν και τεχνίτες. Ήξεραν ακριβώς τι διάφραγμα και τι ταχύτητα χρειαζόταν ανάλογα με το φως ήδη από πριν. Ήξεραν να τοποθετούν σωστά τα φώτα.

Για εμένα το βασικό είναι όταν ξεκινάς να φωτογραφίζεις να ξέρεις τι θέλεις να εκφράσεις. Πολλές φορές με ρωτούν με τι μηχανή τράβηξα, κι εγώ πάντα τους λέω ότι ίσως να παίζει ένα ρόλο η μηχανή, αλλά να το σημαντικότερο είναι να πάρουν την (όποια) μηχανή θέλουν ή μπορούν και να βγουν να τραβήξουν φωτογραφίες. Δεν είμαι φετιχιστής με τις μηχανές. Είμαι φετιχιστής με το δρόμο και με την επαφή με τον άνθρωπο. Η μηχανή θα βγάλει, θα χαλάσει, θα πάρουμε μια άλλη. Δεν εστιάζω τόσο στη μηχανή.

© Bασίλης Κολτούκης: Πράγα, 2003

Εκτός από τους μουσικούς, ποια άλλα είναι αγαπημένα φωτογραφικά θέματα;

Έχω μια ενότητα με παζάρια του κόσμου. Πάρα πολύ υλικό. Έχω φωτογραφίες από το μεγαλύτερο παζάρι του κόσμου που γίνεται στην Κίνα στο Κασκάρ. Γίνεται μία μέρα την εβδομάδα και είναι στην περιοχή των Ιγουάρων, μιας τουρκόφωνης μειονότητας της Κίνας. Άλλο ένα θέμα που μου αρέσει είναι οι εκδηλώσεις και τελετές πίστης. Έχω και αρκετά τοπία, που δεν είναι ο πρώτος μου στόχος αλλά «τυχαίνουν» στην πορεία.

Ακόμη και σε αυτά τα θέματα προτιμάς το ασπρόμαυρο;

Ναι, το χρώμα με μπερδεύει. Ένας όμως φωτογράφος του οποίου τα έγχρωμα μου αρέσουν πολύ είναι ο Ρώσος Pinkhassov. Πάντα έλεγα ότι αν τράβαγα έγχρωμο θα ήθελα να τραβάω σαν αυτόν.

<…>

Μιλάς με μεγάλο ενθουσιασμό για τις χώρες που δεν ανήκουν σε αυτό που λέμε «ανεπτυγμένος κόσμος». Σε χώρες του λεγόμενου ανεπτυγμένου κόσμου δεν υπάρχει φωτογραφικό ενδιαφέρον;

Εγώ δεν μπορώ να ζήσω πια σε αυτές τις χώρες. Όλα είναι τα ίδια και οι άνθρωποι κλειστοί και οι κοινωνίες πολύ συντηρητικές και κλειστές. Και ανεξαρτήτως φωτογραφίας, με γοητεύουν τα εξωτικά μέρη!

Περισσότερα για το φωτογράφο: http://vassiliskoltoukis.com/

  • Φωτό στην κορυφή της σελίδας: Μογγολία,  2007 – © Bασίλης Κολτούκης
  • 1η δημοσίευση: Photonet 168 – αποκτήστε το, με ένα κλικ εδώ!
 






Aρθρογράφος

Χριστίνα Καλλιγιάννη

Συνεργάτης του Photonet επί μακρά σειρά ετών. Σπούδασε νομικά στο Πανεπιστήμιο Αθηνών και αμέσως μετά φωτογραφία στην E.S.P. Το 2002 ξεκίνησε να εργάζεται ως επαγγελματίας φωτογράφος, με μακροχρόνιες συνεργασίες με τα περιοδικά “ΓΕΩτρόπιο” της “Ελευθεροτυπίας”, "Κ" και "Ταξίδια" της “Καθημερινής”, στα πλαίσια του ταξιδιωτικού και του ελεύθερου ρεπορτάζ. Για αρκετά χρόνια λειτουργούσε το δικό της φωτογραφικό στούντιο, το STUDIO 18.12, με βασικά αντικείμενα τη φωτογράφιση πορτρέτου, προσωπικού, επαγγελματικού, οικογενειακού και μόδας. Από το 2016 μέχρι το 2018 συμμετείχε στην διοργάνωση του Μεσογειακού Φεστιβάλ Φωτογραφίας / Medphoto Festival, έχοντας αναλάβει το Γενικό Συντονισμό της οργάνωσης του Φεστιβάλ. Σήμερα εξακολουθεί να φωτογραφίζει, με ιδιαίτερη αγάπη στα πορτρέτα και τους εσωτερικούς χώρους. Παράλληλα, είναι υπεύθυνη για το Γενικό Συντονισμό του Αthens Photo World, ενώ κυκλοφόρησε το πρώτο της μυθιστόρημα, με τίτλο "Στιγμές Παράλληλες" (εκδόσεις Χάρτινη Πόλη).