Το λεύκωμα «Καλοκαίρι – Κολυμπώντας στη Βούλα 1931-1968», της Ασπασίας Κασιμάκη – Δαμιανού, αποτελεί μια φωτογραφική αφήγηση μιας μέσης αστικής οικογενείας Ιταλο-Ελληνών μεταναστών και προσφύγων, κατοίκων της Αθήνας. Πρωταγωνίστριά του μια γυναίκα, που ξεκινώντας η ίδια, ως μωρό, χαρούμενη να κάνει το πρώτο βήμα στη θάλασσα, μετά από 30 χρόνια έχει τη χαρά να παρακολουθήσει τον γιο της να κάνει αυτός το πρώτο βήμα στην ίδια αμμουδιά.
Ο φωτογράφος και ιστορικός ερευνητής Μανόλης Κασιμάτης (μέλος της ΕΕΤΕ) που επωμίστηκε την έρευνα και είχε την επιστημονική επιμέλεια της έκδοσης σχολιάζει:
Ξεκινώντας από την εποχή των πρώτων κοινών μπάνιων ανδρών και γυναικών, στη διάρκεια του μεσοπολέμου, σε μια ανοιχτή και καθαρή παραλία με πραγματική άμμο, καταγράφονται οι απλές καθημερινές συνήθειες μιας οικογένειας, και των φιλικών και συγγενικών προσώπων που την περιτριγυρίζουν, και φτάνει ως την εποχή λίγο μετά τη δημιουργία των πρώτων οργανωμένων πλαζ τη δεκαετία του 1960.
Η διαφορετικότητα της συγκεκριμένης μελέτης συνίσταται στο γεγονός ότι για την αφήγηση-εξιστόρηση των φωτογραφιών χρησιμοποιείται ένας φωτογραφιζόμενος-πρωταγωνιστής, που μάλιστα καταφέρνει να περιγράψει πολύ περισσότερα πράγματα και γεγονότα από όσα είναι ορατά, δίνοντας μια άλλη διάσταση.
Με την διαφοροποιημένη χρησιμοποίηση της η λεζάντα μπορεί να δώσει νέα δυναμική στη φωτογραφία αλλά και στους ίδιους τους απεικονιζόμενους πρωταγωνιστές, ένα είδος φωτογραφικής καταγραφικής ιστορίας.
Η θεματική κατάταξη ενός φωτογραφικού αρχείου και η αντίστοιχη μελέτη τοποθετεί τον ερευνητή-μελετητή σε έναν αρκετά διαφορετικό ρόλο, προσφέροντάς του ταυτόχρονα και νέες δυνατότητες ανάλυσης και αξιοποίησης των φωτογραφικών ντοκουμέντων.
Το λεύκωμα κυκλοφορεί από τις εκδόσεις της Εταιρείας «Φωτογραφίζοντας» (email: manokasi@yahoo.gr).
Φωτογραφίζοντας τους λουομένους
Mαζί με την αποστολή ενός αντιτύπου, ο Μ. Κασιμάτης μάς έστειλε ένα ακόμα πολύ ενδιαφέρον κείμενο, που αφορά τη διαδικασία φωτογράφισης των λουομένων κατά τη δεκαετία του 20 και αξίζει να διαβάσετε:
Κατά τη δεκαετία του 1920, ειδικά τα καλοκαίρια στις ακτές της Αθήνας, του Πειραιά και μερικών άλλων μεγάλων παραθαλάσσιων πόλεων, οι επαγγελματίες φωτογράφοι της εποχής βρήκαν πρόσφορο έδαφος για μια νέα επαγγελματική δραστηριότητα: τη φωτογράφιση λουόμενων (παιδιά, ζευγάρια, οικογένειες, παρέες) είτε με ατομικές φωτογραφίσεις, είτε με ομαδικές.
Ένα πρόβλημα που αντιμετώπιζαν οι φωτογράφοι εκείνη την εποχή όσο αφορά τη λήψη ήταν ο όγκος και το βάρος της φωτογραφικής μηχανής / συνήθως ξύλινη μηχανή στούντιο, η οποία στηριζόταν σε μεγάλο τρίποδο.
Όμως σε αντιστάθμισμα υπήρχε το πλεονέκτημα ότι οι φωτογραφίες μπορούσαν να εμφανιστούν σχεδόν αμέσως (το φιλμ ήταν ξεχωριστό καρέ / πλάκα κάθε φορά) γιατί η φωτογραφική μηχανή ήταν ταυτόχρονα και ένας σκοτεινός θάλαμος, οπότε οι πελάτες έπαιρναν τις φωτογραφίες τους γρήγορα, μόνο που τα μεγέθη των φωτογραφιών ήταν σχετικά μικρά, από το 6×9 εκ. μέχρι περίπου 10×12.
Την εικοσαετία μετά τον πόλεμο η εξέλιξη των φωτογραφικών μηχανών στον επαγγελματικό τομέα ήταν εντυπωσιακή. Παρήχθησαν σχετικά μικρές και ελαφριές μηχανές με φιλμ (συνήθως η επιλογή του επαγγελματία ήταν μηχανή με φιλμ μεσαίου φορμά), που έδωσαν στον επαγγελματία φωτογράφο άνεση κινήσεως στις λήψεις και κατά προέκταση στη δημιουργική σκηνοθεσία του.
Η ίδια τεχνολογική εξέλιξη έδωσε μια νέα ποιότητα και στα φιλμ και στους διατιθέμενους τύπους φωτογραφικών χαρτιών.
Ειδικότερα, αυτήν την περίοδο η δυσκολία που προέκυψε λόγω των νέων τεχνολογικών πραγματικοτήτων της φωτογράφισης, ήταν ότι ο φωτογράφος δεν μπορούσε πλέον να παραδώσει αμέσως τη φωτογραφία (υπήρχε το ρολό φιλμ που χρειαζόταν εμφάνιση μετά την εκτύπωση), και γι’αυτό ή έδινε την κάρτα του ή ξαναπήγαινε τις επόμενες μέρες στις ίδιες παραλίες έχοντας μαζί του μικρά δείγματα τυπωμένων φωτογραφιών (από την εκάστοτε φωτογράφιση των λουόμενων) ευελπιστώντας να συναντήσει τους φωτογραφιζόμενους και είτε να πάρει παραγγελία για κάποιες μεγεθύνσεις, φωτογραφίες μεγαλύτερων διαστάσεων, είτε να αναλάβει μια άλλη πιο προσωπική φωτογράφιση.
Όσον αφορά τις παραγγελίες, τα ατού του επιλεγόμενου φωτογράφου ήταν: η δημιουργικότητά του στη λήψη, στην έξυπνη χρήση του φυσικού φωτισμού, καθώς επίσης και οι άριστες γνώσεις του σκοτεινού θαλάμου, δηλαδή η σωστή εμφάνιση και εκτύπωση φιλμ και φωτογραφιών.