Είχα προδιαγράψει την τύχη της φετινής κλαδικής έκθεσης του χώρου, με σχετικό άρθρο μου το οποίο δημοσιεύτηκε πριν ξεκινήσει καν η διεξαγωγή της. Τα όσα ακολούθησαν επιβεβαίωσαν τα γραφόμενα μέχρι κεραίας. Δεν ήμουν φυσικά μάντης ούτε προφήτης: οι όποιοι (αρνητικοί) οιωνοί ήταν ορατοί δια γυμνού οφθαλμού εδώ και μια πενταετία τουλάχιστον. Έχω αναλυτικά καταγράψει, μέσα σε αυτή την περίοδο, τους προβληματισμούς μου και την εκτίμησή μου για την άμεση ανάγκη αλλαγών.
Ένιωσα, λοιπόν, εύλογα, δυσάρεστη έκπληξη διαβάζοντας τους εξαιρετικά όψιμους αντίστοιχους προβληματισμούς που κατέθεσε ο διοργανωτής της Photovision – με δύο λόγια, θύμισαν το παλιό αγγλικό ρητό: “too little, too late”!
Από την προηγούμενη αθηναϊκή διοργάνωση τουλάχιστον, όλοι οι συμμετέχοντες στη φωτογραφική αγορά, σε όλους τους τόνους, τονίζουν ότι το παρόν σχήμα της έχει τελειώσει ανεπιστρεπτί. Ο ΣΕΚΑΦ λ.χ. εκπέμπει σταθερά σχετικά σήματα, έστω κι αν, λόγω της αλλαγής της ηγεσίας που μεσολάβησε, δεν έχει κατορθώσει ακόμα να το κάνει συντεταγμένα. Γιατί λοιπόν δεν υπήρξε έγκαιρα η αντίδραση στις σύσσωμες παραινέσεις για να αλλάξει επιτέλους το πεπαλαιωμένο και ξεπερασμένο concept; Γιατί αφέθηκε ο διοργανωτής στην αδράνεια – απάθεια όλο αυτό τον καιρό, περιοριζόμενος τελικά στην ανακοίνωση ότι η έκθεση του 2015 θα γίνει με τον ίδιο (στην πράξη αποδείχτηκε χειρότερος) τρόπο;
Οδηγηθήκαμε, έτσι, σε μια έκθεση όπου οι απουσίες ήταν ο κανόνας και οι παρουσίες οι εξαιρέσεις, αφού η αγορά επέλεξε αυτό τον ηχηρό – δηκτικό τρόπο για να περάσει, επιτέλους, το ανανεωτικό μήνυμά της, με δεδομένο το ότι οι προηγούμενοι δεν έχουν φέρει αποτέλεσμα. Εμείς, φυσικά, δώσαμε το παρόν για τους λόγους που επίσης εξήγησα, αλλά …φτάνει πια!
Καταγράφηκαν άλλα δύο «χαμένα» χρόνια, αφού ο διοργανωτής της έκθεσης επέλεξε να προβληματιστεί γι’ αυτήν …μετά τη διεξαγωγή της, προκαλώντας, με το συγκεκριμένο χρονισμό, αν μη τι άλλο κι έναν έντονο σκεπτικισμό για την ειλικρίνεια των προθέσεών του προκειμένου να αλλάξει όντως το προϊόν του: αφού έκανε δηλαδή (εισπρακτικά) τη δουλειά του, τώρα ξαφνικά θυμήθηκε το μέλλον;
Οι σχετικές θέσεις, τόσο και οι προσωπικές μου όσο και της Nexus Publications AE, είναι γνωστές: γραμμένες και δημοσιοποιημένες εδώ και χρόνια. Σταθερά πορευόμαστε τίμια, δημοκρατικά και με ανοιχτά χαρτιά προς όλους. Σε κάθε δική μας διοργάνωση υπάρχει ξεκάθαρη και ενιαία τιμολογιακή πολιτική πώλησης χώρων. Ο σχεδιασμός των περιπτέρων, οι διαφημιστικές δαπάνες, και τα ΜΜΕ στα οποία κάθε φορά αυτή διατίθεται, γίνονται γνωστά εκ των προτέρων, ώστε να γνωρίζει ο καθένας ενδιαφερόμενος για συμμετοχή τα βασικά συστατικά της διοργάνωσης. Στην τελευταία διοργάνωση αυτά έγιναν ή χάθηκαν στο πέλαγος της αγωνίας για το αν τελικά θα πραγματοποιηθεί ή όχι; Αποφεύγω τον πειρασμό να θέσω κι άλλες αντίστοιχες ερωτήσεις, αγγίζοντας περισσότερο πρακτικά θέματα (πόσα χρήματα διατέθηκαν για διαφήμιση, πώς επιβεβαιώνονται ουσιαστικά οι αριθμοί προσέλευσης κ.λπ.). Δεν έχει νόημα να ασχολείται, κάποιος, περαιτέρω με μια υπόθεση που φαινόταν εκ προοιμίου χαμένη από χέρι, κι απλά το προφανές του πράγματος επιβεβαιώθηκε και στην πράξη…
Προτιμώ να θέσω μια ερώτηση – πρό(σ)κληση, προς κάθε κατεύθυνση: από τον Πρόεδρο του ΣΕΚΑΦ, μέχρι τον επικεφαλής της Photovision – κι από τον φωτοειδησεογράφο του Έβρου μέχρι τον καταστηματάρχη φωτογραφικών στο Ηράκλειο Κρήτης. Μήπως ήρθε η ώρα, εδώ και τώρα, να ξεκινήσει μια συζήτηση, το συγκεκριμένο χρονοδιάγραμμα της οποίας θα οδηγήσει σε ένα τραπέζι, με την ευρύτερη δυνατή σύνθεση όλων των φορέων του Imaging στην Ελλάδα, όπου και θα κατατεθούν συγκεκριμένες και μετρήσιμες προτάσεις για το μέλλον της κλαδικής ΜΑΣ έκθεσης;
Προσωπικά, θεωρώ ότι δεν πρέπει να σπαταλήσουμε άλλο χρόνο σε ομφαλοσκόπηση και ανούσια αναμονή. Το να περιμένουμε παθητικά τους «καλύτερους» οικονομικά καιρούς, μόνο περαιτέρω ζημία θα προκαλέσει. Αν δεν επιθυμούμε να (ξανα)βρεθούμε οι ίδιοι και οι ίδιοι ευάριθμοι (5000-6000;) στην επόμενη μίζερη έκθεση (με όποιο όνομα, σε όποιο χρόνο, από τον όποιο διοργανωτή) ήρθε η ώρα της δράσης!