“Από σήμερα η ζωγραφική πέθανε!” αναφώνησε ο P. Delaroche και κάπως έτσι γεννήθηκε ο Ιμπρεσιονισμός. Μελετώντας το στιγμιαίο χαρακτήρα της φωτογραφίας, οι Ιμπρεσιονιστές επηρεάζονται από τη μεγάλη διάχυση και τη μειωμένη ευκρίνεια του μέσου ενώ παράλληλα ωθούνται στην έντονη χρωματική απόδοση των εντυπώσεων, δημιουργώντας μια συμπτωματική γοητευτική εικόνα.
Ταυτόχρονα, αρκετοί ζωγράφοι εφοδιάζονται με φωτογραφικές μηχανές δαγκεροτυπίας ή καλοτυπίας για βιοπορισμό και προκαταρκτικές σπουδές.
Ένας από αυτούς, ήταν και ο Edgar Degas που παρά τις επιρροές του από τον Ιμπρεσιονισμό, αρνήθηκε να χαρακτηρισθεί Ιμπρεσιονιστής. Έχοντας προβλέψει τις δυνατότητες του μέσου, προανήγγειλε τις εξελίξεις που επρόκειτο να επέλθουν στο χώρο της φωτογραφίας.
Edgar Degas: αυτοπορτρέτο στη βιβλιοθήκη (1895), The Metropolitan Museum of Art, New York, NY, ΗΠΑ.
Edgar Degas: Αυτοπορτρέτο με τις Christine και Yvonne Lerolle (περ. 1895-96), The Metropolitan Museum of Art, New York, NY, ΗΠΑ.
Mελετώντας τις εικόνες του, μπορούμε σχεδόν να αισθανθούμε την άκαμπτη στάση του, την κρατημένη του ανάσα την ώρα που φωτογράφιζε σε απίστευτα μεγάλους χρόνους, με τα φτωχά μέσα της εποχής. Είναι η πνευματική διάσταση κάθε εικόνας που μετασχηματίζει κάθε έργο του. Οι δύσκολες και ιδιαίτερες γωνίες λήψης, η περιέργειά του για οτιδήποτε αποκαλύπτει κάτι προσωπικό για το κάθε πρόσωπο που απεικονίζεται, το στοιχείο της κίνησης και της διήγησης μιας μικρής προσωπικής ιστορίας που ξεπηδά από την καθημερινότητα, όπως μια γυναίκα που φορά τις κάλτσες της, χτενίζει τα μαλλιά της, ντύνεται, σιδερώνει τα ρούχα της ή απλώς κάθεται βαριεστημένα, σαν τεμπέλικη γάτα.
Άλλες πάλι φορές, οι φωτογραφίες του δεν έχουν υπόθεση. Φαίνεται να μην τον ενδιαφέρει η ομορφιά και η διάθεση όσων απεικονίζονται. Παρατηρεί με αντικειμενική ματιά και απάθεια, όπως κοιτούσαν οι παραπλήσιοι σε καλλιτεχνικό ύφος Ιμπρεσιονιστές.
Απόσπασμα ημερολογίου από το στενό φίλο του και ιστορικό Daniel Halevy αναφέρει: “έτρεχε από τη μια άκρη του δωματίου στην άλλη, με μια έκφραση ανείπωτης χαράς στο πρόσωπο του. Στις 11:30 όλοι είχαν φύγει, ο Degas με τρία νεαρά κορίτσια γύρω του να γελούν, κρατούσε τη φωτογραφική του μηχανή, περήφανος σαν παιδί που κρατάει ένα παιδικό πιστόλι”. Ήταν συνήθειά του να μεταμορφώνει το τέλος ενός δείπνου με φίλους σε φωτογράφιση.
Edgar Degas: Paule Gobillard, Jeannie Gobillard, Julie Manet, και Geneviève Mallarmé (1895), The Metropolitan Museum of Art, New York, NY, ΗΠΑ.
Στα έργα του Degas παρατηρείται το φαινόμενο της φωτογραφικής πλαισίωσης να εκδηλώνεται στη ζωγραφική ενώ παράλληλα το ζωγραφικό στιγμιότυπο εμφανίζεται στις φωτογραφίες του. Αποσπασματικός και παροδικός χαρακτήρας, με ηθελημένη απουσία ευκρίνειας συνυπάρχουν, ενώ εικαστικά μέσα αναμειγνύονται με σκοπό τη τέρψη των θεατών.
Ο Degas διακατεχοταν από τη διαχρονική αγωνία κάθε καλλιτέχνη να αποδώσει την αλληλεπίδραση φωτός και σκιάς ταυτόχρονα με την αίσθηση κίνησης στο χώρο. Η παραμορφωμένη προοπτική των φωτογραφιών του, αποτέλεσε έναυσμα για τη δημιουργία σημαντικών έργων τέχνης. Συνειδοποιούσε ότι η φωτογραφία έθετε προβληματισμούς για την πορεία της ζωγραφικής, ότι δημιουργούσε ένα νέο είδος όρασης. Όπως παρατήρησε και ο Ernest H. Gombrich μετέπειτα: “Η ζωγραφική δεν είχε ανάγκη να κάνει κάτι που ένα μηχανικό μέσο μπορούσε να κάνει καλύτερα και φτηνότερα”.
Πηγές
- E.H Gombrich: To χρονικό της Τέχνης – Mορφωτικό Ίδρυμα Εθνικής Τραπέζης, 2003, σελ 526-527
- Αντώνης Ζήβας: Οδηγός Ανάγνωσης της ιστορίας της Φωτογραφίας, ο πρώτος αιώνας – Εκδόσεις Σμίλη, 2015, σελ 30-32
- 1η δημοσίευση: Photonet 229 – αποκτήστε το με ένα κλικ εδώ!
- Φωτό στην κορυφή της σελίδας: Paul Poujaud, Mme. Arthur Fontaine, κaι Degas (, The Metropolitan Museum of Art, New York, NY, ΗΠΑ.